- ημιστίχιο ή ημίστιχο
- Όρος της μετρικής για την ονομασία του μισού στίχου. Ο όρος χρησιμοποιείται κυρίως για να χαρακτηρίσει τον αλεξανδρινό εξασύλλαβο, που αποτελεί κατά κάποιον τρόπο τμήμα του ολόκληρου στίχου και αποτελείται από δύο τρισύλλαβους πόδες. Ο όρος χρησιμοποιείται επεκτατικά για κάθε εξασύλλαβο τμήμα, ακόμα και αν ανήκει σε δεκασύλλαβο στίχο. Χαρακτηρίζει επίσης καθένα από τα δύο τμήματα στίχου που χωρίζονται με τομή, ανεξάρτητα από την ποσότητα συλλαβών του στίχου ή καθενός από τα η.
Dictionary of Greek. 2013.